π. λίβυος
Σε είδα μες στα λασπόνερα μια παγωμένη νύχτα του Γενάρη. Έρημη σε απόγνωση, γεμάτη λάθη. Άνθρωπος δεν υπήρχε δίπλα σου. Είχαν φύγει όλοι, μαζί κι ο εαυτός σου. Ίσως πρώτος αυτός απ όλους. «Δεν μπορώ άλλο πάτερ», κατάφερες να ξεστομίσεις. «Κάνω διαρκώς τα ίδια λάθη. Ξέρω το σωστό μα μια δύναμη εντός μου, με τραβάει στο πάθος και το λάθος. Τα επιλέγουμε τελικά πατέρα μου, τα πάθη ή μας επιλέγουν; Από την μέρα που γεννήθηκα θυμάμαι να παλεύω για να ανασάνω. Να γδέρνομαι για να επιβιώσω. Να μάχομαι να κρατηθώ σε αυτό που ονομάζουμε ζωή. Γιατί; Άραγε γιατί; Για πόσο ακόμη πάτερ μου θα παλεύω με την αόρατη πληγή; Με την λαβωματιά εκείνη που δεν κατοικεί στο σώμα μου μα όμως τρυπάει το μυαλό και τα σώθηκα μου; Χρόνια ψάχνω σπιθαμή προς σπιθαμή την σάρκα μου, την γύμνωσα, την άφησα ερειπωμένη, μα πληγή δεν βρήκα. Τι με πονάει πάτερ; Που είναι αυτή η λαβωματιά να την θεραπεύσω;
Πηγή : Συνοδοιπορία