«Μάνα, τα μαλλιά σου άσπρισαν, γέρασες, θα φύγεις απ’ αυτή τη γη, τι θα πας να βρεις στον άλλο κόσμο; Το πιάτο σου είναι άδειο κι η καντήλα σου σβησμένη».
***
-Μάνα, Ταμάμα, που ήσουνα εσύ και σε βλέπω τώρα;
-Καλά Γέροντα, δε με είδες; Εχθές στον εσπερινό ήμουνα, σήμερα στη λειτουργία. Δε με είδες;
-Δε σε είδα στην Εκκλησία. Τα ρούχα σου έβλεπα. Εσένα δε σε έβλεπα.
-Πάτερ άφησα μια κλώσα με δώδεκα πουλάκια στο σπίτι κι ο νους μου ήταν εκεί!
***
«Παιδί μου, Ευθυμία, δε θα πεις τίποτε εις βάρος της πεθεράς σου. Γιατι, ό,τι σ’ έλεγε η πεθερά σου, τα είχε στα χείλη».
***
Παραμονή Χριστουγέννων ο άντρας μου ήθελε να κοιμηθούμε μαζί. Εγώ τον απέτρεπα. Μετά δυο χρόνια που βρέθηκα στο Μοναστήρι, ο Γέροντας μόλις με είδε, μου είπε: «Μάνα μου, τέτοιο χάλι δεν είδα. Παραμονή Χριστουγέννων να
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου