π. Δημητρίου Μπόκου
dynati-mitera-1200x660_cΟἱ νου­νε­χεῖς καὶ ἀ­λη­θι­νὰ θε­ο­σε­βεῖς ἄν­θρω­ποι, σὰν τὸν Ἰ­ώβ, δὲν ξε­χνοῦ­σαν πο­τέ, ὅ­τι ἡ γέν­νη­ση τοῦ νέ­ου ἀν­θρώ­που εἶ­ναι ἔρ­γο πρω­τί­στως τοῦ Θε­οῦ (βλ. ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 384, Ἰ­ούλ. 2015). Δὲν πα­ρα­μέ­ρι­ζαν τὸν ἀ­λη­θι­νὸ Δη­μι­ουρ­γό, βά­ζον­τας βέ­βη­λα στὴ θέ­ση του τὸν ἑ­αυ­τό τους. Ἀ­να­γνώ­ρι­ζαν τα­πει­νὰ τὰ ὅ­ριά τους. Ἔ­τσι, ὅ­ταν ἡ Εὔ­α ἀ­πέ­κτη­σε τὸ πρῶ­το της παι­δί, εἶ­πε γε­μά­τη χα­ρά: «Ἀπέκτησα ἄνθρωπο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ» (Γεν. 4, 1). Δὲν ἐ­πέ­τρε­ψε στὸν λο­γι­σμό της νὰ αὐ­θα­διά­σει, ὅ­τι εἶ­ναι δι­κό της, κα­θα­ρὰ ἀν­θρώ­πι­νο, κα­τόρ­θω­μα αὐ­τό. Καὶ πά­λι, ὅ­ταν γέν­νη­σε τὸν Σήθ, εἶ­πε: «Μοῦ ἔδωσε ὁ Θεὸς ἄλλο παιδὶ ἀντὶ γιὰ τὸν Ἄβελ ποὺ σκότωσε ὁ Κάιν» (Γεν. 4, 25). Ο Ἰ­σα­ὰκ προ­σευ­χό­ταν γιὰ τὴ στεί­ρα σύ­ζυ­γό του καὶ μό­νο ὅ­ταν «τὸν ἄκουσε ὁ Θεός, ἔμεινε ἔγκυος ἡ Ρεβέκκα ἡ γυναίκα του» (Γεν. 25, 21).
Πηγή : Συνοδοιπορία