agioritikovima
Της Αθ. Κοτταδάκη
Μιλώντας ο Μ. Βασίλειος στη γιορτή της Μάρτυρος Ιουλίττας για τη σύσταση του Απ. Παύλου, «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» — να προσεύχεσθε αδιάλειπτα — αφήνει ευδιάκριτα να διαφανεί ότι με αυτό το λόγο ο Απόστολος των Εθνών δεν καλεί το Χριστιανό να σταματάει τη δουλειά του και να τρέχει κάθε τρεις και λίγο στο εικονοστάσι του σπιτιού του ή σε μια εκκλησία και ν’ αρχίζει τις προσευχές, πράγμα και πρακτικά αδύνατο, ιδιαίτερα στις μέρες µας.
Τον καλεί να ζει όλο το εικοσιτετράωρο σε αναφορά, διάλογο και σχέση με τον Θεό για κάθε τι, να νιώθει την προσευχή σαν ζωτική ατμόσφαιρα! Αν δεν ενοχλούσε κάποιους, θα παρέπεμπα στο κινηματογραφικό έργο «Ο βιολιστής στη στέγη», όπου ο σκηνοθέτης βάζει τον πρωταγωνιστή να σηκώνει κάθε τόσο το βλέµµα στον ουρανό και να μιλάει με τον Θεό, όπως ένα παιδί με τον Πατέρα του. Και άλλοτε να τον ευχαριστεί, άλλοτε να τον παρακαλεί και άλλοτε να του… παραπονιέται!
Όντας πάντα πρακτικός και συγκεκριμένος στη διδαχή ο Μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, γράφει
«Όταν λοιπόν κάθεσαι στο τραπέζι, προσευχήσου, ευχαρίστησε τον Θεό που σου χάρισε την αναγκαία για τη ζωή τροφή. Με το κρασί που πίνεις για να υποστηρίξεις την αδυναμία του σώματος, θυμήσου Εκείνον που σου δίνει αυτό το δώρο για να ευφρανθεί η καρδιά σου και να τονωθεί η διάθεσή σου. Τέλειωσε το φαγητό; Ας μην τελειώσει μαζί του και η θύμηση του Ευεργέτη. Ντύνεσαι τα καθημερινά ρούχα· να ευχαριστείς τον Θεό που σου τα έδωσε. Ντύνεσαι εκείνα της εξόδου· να αυξάνεις την αγάπη σου στον Θεό, που µας χαρίζει κατάλληλα ρούχα και για το χειμώνα και το καλοκαίρι που προστατεύουν τη ζωή µας και κρύβουν την ασκήµια της γύμνιας µας.
Τέλειωσε η μέρα; Ευχαρίστησε τον Θεό που µας χάρισε τον ήλιο να µας υπηρετεί στα ημερήσια έργα µας, το φως να φωτίζει τη νύχτα και να υπηρετεί άλλες ανάγκες της ζωής µας.
»Η νύχτα πάλι, πόσες αφορμές για προσευχή μπορεί να µας δώσει… Υψώνεις το βλέµµα στον ουρανό και γοητεύεσαι από το κάλλος της αστρικής πληµµυρίδας που ατενίζεις· πες ένα λόγο δοξολογίας στον Κύριο των όλων, προσκύνησε τον άριστο τεχνίτη όλης αυτής της σοφίας που αποκαλύπτεται στη δημιουργία. Κοιτάζεις ένα γύρω και βλέπεις να ησυχάζουν όλα τα όντα· δόξασε αυτόν που, κι αν ακόμα δεν θέλουμε, με τον ύπνο µας αναπαύει από τους κόπους της ημέρας, και με νέες δυνάμεις μετά µας επαναφέρει στις υποχρεώσεις της επομένης.
»Ακόμα, μη θεωρήσεις ότι ολόκληρη η νύχτα έγινε αποκλειστικά για τον ύπνο. Μην το δεχτείς αυτό και αχρηστέψεις το μισό χρόνο της ζωής σου παραδίνοντάς τον σ’ αυτή την ιδιότυπη αναισθησία, μοίρασέ τον ανάμεσα σε ύπνο και προσευχή. Αφήνω ότι και αυτός ο ύπνος μπορεί να γίνει κάτι σαν σπουδή στην ευσέβεια. Τα όνειρα από τη φύση τους απηχούν συνήθως τις φροντίδες και τα ενδιαφέροντα της ημέρας. Ό,τι λογής είναι τα έργα της ζωής µας τη μέρα, ανάλογα είναι και τα όνειρά µας. Αυτό σημαίνει ότι και την ώρα που θα κοιμάσαι και δε θα προσεύχεσαι με λόγια, η προσευχή σου θα συνεχίζεται με τις εικόνες που θα απηχούν την ατμόσφαιρα σχέσης με τον Θεό που ανέπτυξες στη διάρκεια της ημέρας. Με τον τρόπο αυτό η ζωή σου θα εκτυλίσσεται σαν μια συνεχής και αδιάλειπτη προσευχή».
Δεν ξέρω πόσοι κινούμε τη μέρα µας σε τέτοια ατμόσφαιρα προσευχής, πόσοι λέμε έστω ένα λόγο, µία µόνο λέξη ευχαριστίας, δοξολογίας του Θεού, παράκλησης για κάτι δικό µας ή των άλλων, ιδιαίτερα όσων συναντούμε να είναι σε ανάγκη. Φαντάζoµαι όμως ότι καθένας µας διακρίνει εδώ καθαρά το εικoσιτετράωρo διάγραµµα ατμόσφαιρας και στάσης προσευχής του Μ. Bασιλείoυ, κάτι από εκείνο το, «µνηµονευτέον Θεοῦ µᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον», που θα έλεγε ο αυτάδελφος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «η άλλη μισή των δύο τους σωμάτων ψυχή»!
Σε ό,τι αφορά τώρα στην ουσία της προσευχής, αφού πρώτα την ορίζει ως «αἴτημα αγαθοῦ παρά τῶν εὐσεβῶν εἰς Θεόν γινομένη» — παράκληση των ευσεβών στο Θεό για κάτι καλό — υπoγραµµίζει ότι αυτή δεν εντοπίζεται τόσο στα λόγια που αναφέρει κανείς — «τήν αἴτησιν οὐκ ἐν ρήµασιν ὁριζόµεθα πάντως».
Γιατί σε τελική ανάλυση ο Θεός δε χρειάζεται τα λόγια µας, αφού και χωρίς να του ζητήσουμε, ξέρει τι µας συμφέρει και τι µας ωφελεί — «οὐδέ γάρ ἡγούµεθα τόν Θεόν τῆς διά τῶν λόγων ὑποµνήσεως δεῖσθαι, ἀλλ’ εἰδέναι, καί µή αἰτούντων ἡµῶν τά χρήσιµα». Επομένως δεν πρέπει να νομίζουμε ότι είπαμε από συνήθεια μερικά ξερά λόγια προσευχής και τελειώσαμε, ούτε ότι αραδιάσαμε, χωρίς να καταλαβαίνουμε τι λέμε, μια σειρά από Ψαλμούς και προσευχηθήκαμε. Εκείνο που προέχει και μετράει στην προσευχή, η ουσία της, είναι η προαίρεση, η διάθεση ψυχής και καρδιάς που εκφράζουν αυτά που λέμε στην προσωπική προσευχή ή διαβάζουμε στις εκκλησιαστικές Ακολουθίες — «ὅτι χρή ἡµᾶς µή ἐν συλλαβαῖς τήν προσευχήν ἀποπληροῦν, ἀλλά τῇ προαιρέσει µᾶλλον ψυχῆς». Που σημαίνει ότι ο Θεός μετράει πόση ψυχή και καρδιά καταθέτουμε με κάθε λέξη προσευχής που βγαίνει από τα χείλη µας! Πόσο νιώθουμε αληθινά, πόσο ζούμε ό,τι του λέμε, ό,τι του ζητούμε.
Αλλά, θα επισημάνει, ούτε κι αυτό φτάνει για να είναι η προσευχή µας προσευχή! Είναι απαραίτητο να έχει και προεκτάσεις, να τη συνοδεύουν και να τη στολίζουν πράξεις αρετής σε όλη τη ζωή µας! Πράξεις αρετής, που θα τη σφραγίζουν και θα αποτελούν τη δύναμη και την ολοκλήρωσή της — «καί πράξεσι ταῖς κατ’ ἀρετήν παντί βίῳ συµπαρεκτεινομέναις, τήν δύναµιν πληροῦσθαι τῆς πρoσευχῆς»! Που σημαίνει, ο Θεός βλέπει και εξετάζει αν η προσευχή γεννάει αρετή, αν γεννάει αγάπη! Ή αλλιώτικα, ο Μ. Βασίλειος δεν καταλαβαίνει τι προσευχή μπορεί να είναι μια προσευχή, που δε σφραγίζεται και δεν ολοκληρώνεται με πράξεις αρετής, τουτέστιν δεν εκφράζεται και δεν επιβεβαιώνεται με μια ζωή χριστιανική, με πράξεις αγάπης.
Με άλλα λόγια και πολύ απλά. Η προσευχή είναι µία διαρκής συνομιλία με τον Θεό, ένας ζωντανός διάλογος και µία αδιάσπαστη σχέση μαζί του. Μπορεί να είναι ένας µόνο λόγος, μιας και μόνης στιγμής, και ύστερα ένας άλλος κάποιας άλλης. Ένας λόγος δοξολογίας, ευχαριστίας, ένας λόγος παράκλησης στον Θεό για µας ή για όσους ιδιαίτερα βλέπουμε και συναντάμε να είναι σε ανάγκη. Αυτονόητο και πολύ περισσότερο ο λειτουργικός λόγος του Ευχαριστιακού Σώματος της Εκκλησίας! Πάντα όμως ένας λόγος κατάθεση ψυχής, ένας λόγος άγγιγμα καρδιάς! Αλλά και ένας λόγος που θα σφραγίζεται από µία ζωή αρετής, μιας αρετής που θα αποτελεί τη δύναμη και την ολοκλήρωσή της!
Αυτά που λέει ο Μ. Βασίλειος αποτελούν μια συγκροτημένη και αδιάσπαστη ενότητα, απηχούν αγία προσωπική εμπειρία και πρακτική του. Μία εμπειρία και πρακτική που μπορεί να ψηλαφήσει κανείς στη ζωή όλων των Αγίων της Εκκλησίας µας, των γνωστών και όσων αγνώστων σ’ εμάς, όχι στον Θεό βέβαια! Κι αν η προσευχή ως ατμόσφαιρα ζωής και κατάθεση ψυχής είναι κάτι που εύκολα κατανοείται, οι προεκτάσεις της σε ζωή αρετής, που πιο δύσκολα κατανοούνται από πολλούς, κι ακόμα πιο δύσκολα προσεγγίζονται από όλους µας, είναι κάτι που χρειάζεται να προσεχθεί πολύ, καθώς τελευταία ιδιαιτέρα διαχέεται όχι λίγη θολούρα στο Ορθόδοξο εκκλησιαστικό τοπίο γύρω από αυτό το βασικό θέμα.
Μιλώντας ο Μ. Βασίλειος στη γιορτή της Μάρτυρος Ιουλίττας για τη σύσταση του Απ. Παύλου, «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» — να προσεύχεσθε αδιάλειπτα — αφήνει ευδιάκριτα να διαφανεί ότι με αυτό το λόγο ο Απόστολος των Εθνών δεν καλεί το Χριστιανό να σταματάει τη δουλειά του και να τρέχει κάθε τρεις και λίγο στο εικονοστάσι του σπιτιού του ή σε μια εκκλησία και ν’ αρχίζει τις προσευχές, πράγμα και πρακτικά αδύνατο, ιδιαίτερα στις μέρες µας.
Τον καλεί να ζει όλο το εικοσιτετράωρο σε αναφορά, διάλογο και σχέση με τον Θεό για κάθε τι, να νιώθει την προσευχή σαν ζωτική ατμόσφαιρα! Αν δεν ενοχλούσε κάποιους, θα παρέπεμπα στο κινηματογραφικό έργο «Ο βιολιστής στη στέγη», όπου ο σκηνοθέτης βάζει τον πρωταγωνιστή να σηκώνει κάθε τόσο το βλέµµα στον ουρανό και να μιλάει με τον Θεό, όπως ένα παιδί με τον Πατέρα του. Και άλλοτε να τον ευχαριστεί, άλλοτε να τον παρακαλεί και άλλοτε να του… παραπονιέται!
Όντας πάντα πρακτικός και συγκεκριμένος στη διδαχή ο Μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, γράφει
«Όταν λοιπόν κάθεσαι στο τραπέζι, προσευχήσου, ευχαρίστησε τον Θεό που σου χάρισε την αναγκαία για τη ζωή τροφή. Με το κρασί που πίνεις για να υποστηρίξεις την αδυναμία του σώματος, θυμήσου Εκείνον που σου δίνει αυτό το δώρο για να ευφρανθεί η καρδιά σου και να τονωθεί η διάθεσή σου. Τέλειωσε το φαγητό; Ας μην τελειώσει μαζί του και η θύμηση του Ευεργέτη. Ντύνεσαι τα καθημερινά ρούχα· να ευχαριστείς τον Θεό που σου τα έδωσε. Ντύνεσαι εκείνα της εξόδου· να αυξάνεις την αγάπη σου στον Θεό, που µας χαρίζει κατάλληλα ρούχα και για το χειμώνα και το καλοκαίρι που προστατεύουν τη ζωή µας και κρύβουν την ασκήµια της γύμνιας µας.
Τέλειωσε η μέρα; Ευχαρίστησε τον Θεό που µας χάρισε τον ήλιο να µας υπηρετεί στα ημερήσια έργα µας, το φως να φωτίζει τη νύχτα και να υπηρετεί άλλες ανάγκες της ζωής µας.
»Η νύχτα πάλι, πόσες αφορμές για προσευχή μπορεί να µας δώσει… Υψώνεις το βλέµµα στον ουρανό και γοητεύεσαι από το κάλλος της αστρικής πληµµυρίδας που ατενίζεις· πες ένα λόγο δοξολογίας στον Κύριο των όλων, προσκύνησε τον άριστο τεχνίτη όλης αυτής της σοφίας που αποκαλύπτεται στη δημιουργία. Κοιτάζεις ένα γύρω και βλέπεις να ησυχάζουν όλα τα όντα· δόξασε αυτόν που, κι αν ακόμα δεν θέλουμε, με τον ύπνο µας αναπαύει από τους κόπους της ημέρας, και με νέες δυνάμεις μετά µας επαναφέρει στις υποχρεώσεις της επομένης.
»Ακόμα, μη θεωρήσεις ότι ολόκληρη η νύχτα έγινε αποκλειστικά για τον ύπνο. Μην το δεχτείς αυτό και αχρηστέψεις το μισό χρόνο της ζωής σου παραδίνοντάς τον σ’ αυτή την ιδιότυπη αναισθησία, μοίρασέ τον ανάμεσα σε ύπνο και προσευχή. Αφήνω ότι και αυτός ο ύπνος μπορεί να γίνει κάτι σαν σπουδή στην ευσέβεια. Τα όνειρα από τη φύση τους απηχούν συνήθως τις φροντίδες και τα ενδιαφέροντα της ημέρας. Ό,τι λογής είναι τα έργα της ζωής µας τη μέρα, ανάλογα είναι και τα όνειρά µας. Αυτό σημαίνει ότι και την ώρα που θα κοιμάσαι και δε θα προσεύχεσαι με λόγια, η προσευχή σου θα συνεχίζεται με τις εικόνες που θα απηχούν την ατμόσφαιρα σχέσης με τον Θεό που ανέπτυξες στη διάρκεια της ημέρας. Με τον τρόπο αυτό η ζωή σου θα εκτυλίσσεται σαν μια συνεχής και αδιάλειπτη προσευχή».
Δεν ξέρω πόσοι κινούμε τη μέρα µας σε τέτοια ατμόσφαιρα προσευχής, πόσοι λέμε έστω ένα λόγο, µία µόνο λέξη ευχαριστίας, δοξολογίας του Θεού, παράκλησης για κάτι δικό µας ή των άλλων, ιδιαίτερα όσων συναντούμε να είναι σε ανάγκη. Φαντάζoµαι όμως ότι καθένας µας διακρίνει εδώ καθαρά το εικoσιτετράωρo διάγραµµα ατμόσφαιρας και στάσης προσευχής του Μ. Bασιλείoυ, κάτι από εκείνο το, «µνηµονευτέον Θεοῦ µᾶλλον ἤ ἀναπνευστέον», που θα έλεγε ο αυτάδελφος Γρηγόριος ο Θεολόγος, «η άλλη μισή των δύο τους σωμάτων ψυχή»!
Σε ό,τι αφορά τώρα στην ουσία της προσευχής, αφού πρώτα την ορίζει ως «αἴτημα αγαθοῦ παρά τῶν εὐσεβῶν εἰς Θεόν γινομένη» — παράκληση των ευσεβών στο Θεό για κάτι καλό — υπoγραµµίζει ότι αυτή δεν εντοπίζεται τόσο στα λόγια που αναφέρει κανείς — «τήν αἴτησιν οὐκ ἐν ρήµασιν ὁριζόµεθα πάντως».
Γιατί σε τελική ανάλυση ο Θεός δε χρειάζεται τα λόγια µας, αφού και χωρίς να του ζητήσουμε, ξέρει τι µας συμφέρει και τι µας ωφελεί — «οὐδέ γάρ ἡγούµεθα τόν Θεόν τῆς διά τῶν λόγων ὑποµνήσεως δεῖσθαι, ἀλλ’ εἰδέναι, καί µή αἰτούντων ἡµῶν τά χρήσιµα». Επομένως δεν πρέπει να νομίζουμε ότι είπαμε από συνήθεια μερικά ξερά λόγια προσευχής και τελειώσαμε, ούτε ότι αραδιάσαμε, χωρίς να καταλαβαίνουμε τι λέμε, μια σειρά από Ψαλμούς και προσευχηθήκαμε. Εκείνο που προέχει και μετράει στην προσευχή, η ουσία της, είναι η προαίρεση, η διάθεση ψυχής και καρδιάς που εκφράζουν αυτά που λέμε στην προσωπική προσευχή ή διαβάζουμε στις εκκλησιαστικές Ακολουθίες — «ὅτι χρή ἡµᾶς µή ἐν συλλαβαῖς τήν προσευχήν ἀποπληροῦν, ἀλλά τῇ προαιρέσει µᾶλλον ψυχῆς». Που σημαίνει ότι ο Θεός μετράει πόση ψυχή και καρδιά καταθέτουμε με κάθε λέξη προσευχής που βγαίνει από τα χείλη µας! Πόσο νιώθουμε αληθινά, πόσο ζούμε ό,τι του λέμε, ό,τι του ζητούμε.
Αλλά, θα επισημάνει, ούτε κι αυτό φτάνει για να είναι η προσευχή µας προσευχή! Είναι απαραίτητο να έχει και προεκτάσεις, να τη συνοδεύουν και να τη στολίζουν πράξεις αρετής σε όλη τη ζωή µας! Πράξεις αρετής, που θα τη σφραγίζουν και θα αποτελούν τη δύναμη και την ολοκλήρωσή της — «καί πράξεσι ταῖς κατ’ ἀρετήν παντί βίῳ συµπαρεκτεινομέναις, τήν δύναµιν πληροῦσθαι τῆς πρoσευχῆς»! Που σημαίνει, ο Θεός βλέπει και εξετάζει αν η προσευχή γεννάει αρετή, αν γεννάει αγάπη! Ή αλλιώτικα, ο Μ. Βασίλειος δεν καταλαβαίνει τι προσευχή μπορεί να είναι μια προσευχή, που δε σφραγίζεται και δεν ολοκληρώνεται με πράξεις αρετής, τουτέστιν δεν εκφράζεται και δεν επιβεβαιώνεται με μια ζωή χριστιανική, με πράξεις αγάπης.
Με άλλα λόγια και πολύ απλά. Η προσευχή είναι µία διαρκής συνομιλία με τον Θεό, ένας ζωντανός διάλογος και µία αδιάσπαστη σχέση μαζί του. Μπορεί να είναι ένας µόνο λόγος, μιας και μόνης στιγμής, και ύστερα ένας άλλος κάποιας άλλης. Ένας λόγος δοξολογίας, ευχαριστίας, ένας λόγος παράκλησης στον Θεό για µας ή για όσους ιδιαίτερα βλέπουμε και συναντάμε να είναι σε ανάγκη. Αυτονόητο και πολύ περισσότερο ο λειτουργικός λόγος του Ευχαριστιακού Σώματος της Εκκλησίας! Πάντα όμως ένας λόγος κατάθεση ψυχής, ένας λόγος άγγιγμα καρδιάς! Αλλά και ένας λόγος που θα σφραγίζεται από µία ζωή αρετής, μιας αρετής που θα αποτελεί τη δύναμη και την ολοκλήρωσή της!
Αυτά που λέει ο Μ. Βασίλειος αποτελούν μια συγκροτημένη και αδιάσπαστη ενότητα, απηχούν αγία προσωπική εμπειρία και πρακτική του. Μία εμπειρία και πρακτική που μπορεί να ψηλαφήσει κανείς στη ζωή όλων των Αγίων της Εκκλησίας µας, των γνωστών και όσων αγνώστων σ’ εμάς, όχι στον Θεό βέβαια! Κι αν η προσευχή ως ατμόσφαιρα ζωής και κατάθεση ψυχής είναι κάτι που εύκολα κατανοείται, οι προεκτάσεις της σε ζωή αρετής, που πιο δύσκολα κατανοούνται από πολλούς, κι ακόμα πιο δύσκολα προσεγγίζονται από όλους µας, είναι κάτι που χρειάζεται να προσεχθεί πολύ, καθώς τελευταία ιδιαιτέρα διαχέεται όχι λίγη θολούρα στο Ορθόδοξο εκκλησιαστικό τοπίο γύρω από αυτό το βασικό θέμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου